Στο ρετιρέ του Αργύρη στην Κυψέλη ήταν η πρώτη φορά που πήγαινε. Ήταν βέβαια και η πρώτη φορά που έβγαινε με εκείνον.
Βρέθηκαν μετά από μήνες γνωριμίας. Μιλούσαν μόνο από το msn. Αραιά και που. Αλλά ναι, ουσιαστικά είχαν γνωριστεί διαδικτυακα εδώ και κάμποσο καιρό. Έμοιαζε σαν να είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να βρεθούν και από κοντά. Μάλλον ο συγχρονισμός τους ήταν αδύναμος τόσο καιρό και τώρα απλά τους έριξε ένα βλέμμα και ο θεός.
“Δεν ξέρω αν το κατάλαβες αλλά σου την πέφτω στεγνά”.
“Τότε σίγουρα αυτό το ραντεβού δεν θα πάει χαμένο” απάντησε ο Στάθης.
Την επομένη τηλεφώνησε ο ένας στον άλλο. Κανόνισαν. Βρέθηκαν για μια μπύρα. Η μια μπύρα έγινε δεύτερη και η δεύτερη έγινε γελοία ατάκα, που όμως κάποιος έπρεπε να ξεστομίσει.
“Έχεις πάει ποτέ Κυψέλη;”.
Το σεξ για τον Αργύρη δεν ήταν το ζητούμενο. Το καλό σεξ όμως ήταν προαπαιτούμενο. Είχε ήδη απορρίψει έναν μικρόφαλλο και μια «κρεβατοκουνιαμπέλα» πολύ πρόσφατα.
Το σεξ για τον Στάθη ήταν η προϋπόθεση. Εδώ ευτυχώς υπήρχε έλξη και το είχε νιώσει στο πρώτο βλέμμα. Θα περνούσε καλά. Ήταν σίγουρο. Είχε χωρίσει πρόσφατα. Δεν θα έμπαινε στη διαδικασία άλλης μια σχέσης. Είχε κουραστεί. Ειλικρινά.
Άνοιξε η πόρτα από το ρετιρέ. Το σπίτι ήταν οικείο. Παράξενο αλλά του φαινόταν τόσο γνώριμο. Έπεσαν στο κρεβάτι πολύ γρήγορα. Άλλωστε για αυτό δεν είχαν πάει εκεί; Το σεξ του φάνηκε επίσης οικείο. Σα να είχαν ξαναβρεθεί. Η αγκαλιά; Πάλι οικεία. Το φιλί; Ναι και αυτό! Τι στο καλό συνέβαινε; Έπρεπε να το εντοπίσει. Έπρεπε να ξαναβρεθούν.
Με αυτά στο μυαλό του αποκοιμήθηκε με το κεφάλι του Αργύρη στο στήθος του.
Ξαναβρέθηκαν την επόμενη. Και τη μέρα μετά από αυτή. Και ξανά μετά. Και κάθε βράδυ η ίδια αίσθηση. Το ίδιο δυνατή. Αλλά συνεχώς πιο γλυκιά. Πιο έντονη. Πιο ανθρώπινη. Πιο “εμείς”.
Για τον Αργύρη που το καλό σεξ ήταν προαπαιτούμενο και τον Στάθη που ήταν πολύ νωρίς για άλλη μια σχέση, το σεξ είχε γίνει έρωτας, η αγκαλιά πατρίδα και το φιλί λιωμένη σοκολάτα και δεν κοιμήθηκαν χωριστά για δυο ολόκληρα χρόνια.
Ώσπου μια νύχτα η καρδιά του Αργύρη χτύπησε πολύ δυνατά. Από χαρά.
Και σταμάτησε. Με ένα χαμόγελο.
Το τελευταίο χαμόγελο σε κείνο το ρετιρέ στην Κυψέλη.
“Σου’χα υποσχεθεί μια βόλτα στο Λυκαβηττό,… Κυριακή μεσημέρι… με ήλιο καρδιά μου”, ψέλλισε ο Στάθης.
“Που είσαι;”.
Ένα λευκό τριαντάφυλλο γλίστρησε από το χέρι του και χάθηκε κάτω από χούφτες χώμα
Βρέθηκαν μετά από μήνες γνωριμίας. Μιλούσαν μόνο από το msn. Αραιά και που. Αλλά ναι, ουσιαστικά είχαν γνωριστεί διαδικτυακα εδώ και κάμποσο καιρό. Έμοιαζε σαν να είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να βρεθούν και από κοντά. Μάλλον ο συγχρονισμός τους ήταν αδύναμος τόσο καιρό και τώρα απλά τους έριξε ένα βλέμμα και ο θεός.
“Δεν ξέρω αν το κατάλαβες αλλά σου την πέφτω στεγνά”.
“Τότε σίγουρα αυτό το ραντεβού δεν θα πάει χαμένο” απάντησε ο Στάθης.
Την επομένη τηλεφώνησε ο ένας στον άλλο. Κανόνισαν. Βρέθηκαν για μια μπύρα. Η μια μπύρα έγινε δεύτερη και η δεύτερη έγινε γελοία ατάκα, που όμως κάποιος έπρεπε να ξεστομίσει.
“Έχεις πάει ποτέ Κυψέλη;”.
Το σεξ για τον Αργύρη δεν ήταν το ζητούμενο. Το καλό σεξ όμως ήταν προαπαιτούμενο. Είχε ήδη απορρίψει έναν μικρόφαλλο και μια «κρεβατοκουνιαμπέλα» πολύ πρόσφατα.
Το σεξ για τον Στάθη ήταν η προϋπόθεση. Εδώ ευτυχώς υπήρχε έλξη και το είχε νιώσει στο πρώτο βλέμμα. Θα περνούσε καλά. Ήταν σίγουρο. Είχε χωρίσει πρόσφατα. Δεν θα έμπαινε στη διαδικασία άλλης μια σχέσης. Είχε κουραστεί. Ειλικρινά.
Άνοιξε η πόρτα από το ρετιρέ. Το σπίτι ήταν οικείο. Παράξενο αλλά του φαινόταν τόσο γνώριμο. Έπεσαν στο κρεβάτι πολύ γρήγορα. Άλλωστε για αυτό δεν είχαν πάει εκεί; Το σεξ του φάνηκε επίσης οικείο. Σα να είχαν ξαναβρεθεί. Η αγκαλιά; Πάλι οικεία. Το φιλί; Ναι και αυτό! Τι στο καλό συνέβαινε; Έπρεπε να το εντοπίσει. Έπρεπε να ξαναβρεθούν.
Με αυτά στο μυαλό του αποκοιμήθηκε με το κεφάλι του Αργύρη στο στήθος του.
Ξαναβρέθηκαν την επόμενη. Και τη μέρα μετά από αυτή. Και ξανά μετά. Και κάθε βράδυ η ίδια αίσθηση. Το ίδιο δυνατή. Αλλά συνεχώς πιο γλυκιά. Πιο έντονη. Πιο ανθρώπινη. Πιο “εμείς”.
Για τον Αργύρη που το καλό σεξ ήταν προαπαιτούμενο και τον Στάθη που ήταν πολύ νωρίς για άλλη μια σχέση, το σεξ είχε γίνει έρωτας, η αγκαλιά πατρίδα και το φιλί λιωμένη σοκολάτα και δεν κοιμήθηκαν χωριστά για δυο ολόκληρα χρόνια.
Ώσπου μια νύχτα η καρδιά του Αργύρη χτύπησε πολύ δυνατά. Από χαρά.
Και σταμάτησε. Με ένα χαμόγελο.
Το τελευταίο χαμόγελο σε κείνο το ρετιρέ στην Κυψέλη.
“Σου’χα υποσχεθεί μια βόλτα στο Λυκαβηττό,… Κυριακή μεσημέρι… με ήλιο καρδιά μου”, ψέλλισε ο Στάθης.
“Που είσαι;”.
Ένα λευκό τριαντάφυλλο γλίστρησε από το χέρι του και χάθηκε κάτω από χούφτες χώμα
11 σχόλια:
αου, αυτό πόνεσε.
Καλή σου μέρα.
θα είναι τουλάχιστον στην καρδιά του στάθη. για πάντα.
μας τσάκισες...την ψυχολογία, τη μέρα, την καρδιά...άντε τώρα!
:/
me aggikse..
τι διαβασα fiction?
μες τα κλισε παντως,
αυτο φαινερωνει πως εχει
επαφη με το τριγυρω!
Τι να πω...
Ζητω το (καλο) σεξ !
Ζητω τα κλισε !
Ζητω τα μελο !
Εντάξει...Αν είναι αυτοβιογραφικό (που πολύ λοχοτεχνίζων το βρίσκω για πραγματικό) τότε απλά λέω ότι η ζωή συνεχίζεται παρέα με τη θύμησή του άλλου! Σκληρό εεε; Ναι, αλλά αληθινό!
Το θέμα της επαφής που αναδεικνύεις είναι γεγονός ότι δεν έχει να κάνει με το internet ή την από κοντά συνάντηση, όλα ξεκαθαρίζονται όταν τα βλέμματα συναντιόνται. Τα μάτια τα πούστικα ποτέ δεν λένε ψέματα!!!
Ahhh to diavasa proi proi sti douleia kai den i3era ti na kano... apla mazeftika sti gonitsa mou kai sinexisa ti doulitsa mou giati olo auto mou fanike toso iperoxo...alla kai toso makrino elpizo
YG. Sorry gia tis asinartisies alla opote apofasizo na grapso kati einai giati me exeis agki3ei pragmatika... Keep writing pls
ελπίζω μόνο να μην έχει τίποτα το βιωματικό..
τι εγινε παλι μωρο μου?
δεν πιστευω να αφορα εσενα.
.υ.γ εδω ειναι αυτη η τοβενε?
σε ολα αποψη?
elpizw oxi proswpiko biwma.
Ξεκινω λεγοντας ότι αν στην ετικετα γραφει “ιστοριες blog παρανοιας” μιλαμε για μυθοπλασια. Σαφεστατα αναφερομεθα σε βιωματα αλλα το φανταστικο στοιχειο υπερτερει. Ευχαριστω για το ενδιαφερον παιδια (ειλικρινα) και αν μπηκα σε κλισε λυπαμαι.
Δημοσίευση σχολίου