Είναι πολύ πρωί. Χάνω το τρένο για την δουλειά. Θα πάρω το επόμενο. Δεν χτυπάω δα και κάρτα.
Αρχίζει λίγο λίγο το φως να σκίζει αυτό το κρύο σκοτάδι του φθινοπώρου, που σε ξαφνιάζει γιατί είναι τόσο κοντά στους τελευταίους καύσωνες.
Θυμάμαι ένα σώμα που λάτρεψα. Το συνταιριάζω με αρώματα και αίσθηση της αφής. Οι άντρες λένε, σκέφτονται το σεξ σχεδόν κάθε πέντε λεπτά. Οι γυναίκες πάλι όχι τόσο συχνά.
Το τρένο φτάνει και γω επιβιβάζομαι. Δεν είναι γεμάτο. Σχεδόν ποτέ δεν το βρίσκω γεμάτο.
Γυρνάω το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά. Ψάχνω μάλλον για κάτι ενδιαφέρον. Βλέπω έναν άνδρα γύρω στα πενήντα, μπορεί να ναι πιο νέος αλλά το πρόσωπο του είναι τσακισμένο. Κοιμάται σχεδόν όρθιος. Φοράει ρούχα ευτελή. Κρυώνει. Σκύβω το κεφάλι. Δυο παλιά αθλητικά παπούτσια. Το ένα έχει ξηλωθεί στο πλάι στη σόλα. Χάσκει ανοιχτό και από μέσα βλέπω ένα πόδι τυλιγμένο σε πανί. Φορέματος πανί. Ένα φόρεμα που σκίστηκε για να ζεστάνει ένα πόδι. Άχρηστο πια φόρεμα. Σαν τι να το κάνει πια. Να το φορούσε άραγε η γυναίκα του κάποια γιορτή; Η μάνα του να το’χε αγοράσει; Είναι και καλά τώρα; Ζει;
Φοράει ο άνδρας στα πενήντα μια βέρα. Έχει οικογένεια. Παιδιά. Για κείνα ότι κάνει. Για όποιον και αν το κάνει.
“Next station…”
Σηκώνω το βλέμμα. Γύρω μου άντρες και γυναίκες αγουροξυπνημένοι, νυσταγμένοι, ζωντανοί νεκροί τα πρωινά και το βράδυ Έλληνες πάλι. Χθες όλοι μαζεύτηκαν γύρω από την τηλεόραση και είδαν τον εθνικό μας διασκεδαστή. Σηκώθηκαν από τον καναπέ μόνο δυο φορές για να γεμίσουν τα ποτήρια. Φθηνό κρασί και μπύρες.
Κατεβαίνω από το τρένο. Γύρω μου ακόμα αυτοί οι άνθρωποι σαν γρήγορα μυρμήγκια απλώνονται στην περιοχή. Δεν θα σταματήσουν ούτε τον χειμώνα να μαζεύουν τροφή στη φωλιά τους. Να δουλεύουν και να τρώνε. Χωρίς μετά. Χωρίς γιατί. Περιμένοντας ένα Σαββατόβραδο για πιουν στα γρήγορα, σε συνοικιακό μαγαζί, φθηνό κρασί-ένα ποτήρι- ή μπύρα, να πληρώσουν μετρώντας τα ψηλά τους και να πάνε σπίτι. Με κλειστά φώτα να ανέβουν τις σκάλες για να μην ξοδέψουν.
Στέκομαι στην κορυφή της κυλιόμενης και τους παρατηρώ για άλλη μια μικρή στιγμή. Αυτοί εδώ οι άντρες είναι καλοβαλμένοι, γυμνασμένοι και ενεργοί. Αυτές εδώ οι γυναίκες είναι χυμώδεις, περιποιημένες και έτοιμες. Κοίτα λίγο πιο προσεχτικά. Αυτοί οι άνθρωποι δεν νομίζω να σκέφτονται το σεξ. Ούτε κάθε πέντε λεπτά, ούτε κάθε τριάντα, ούτε κάθε επτακόσια λεπτά. Μάλλον για «μια άλλη φορά» το έχουν αφήσει.
«Την άλλη Κυριακή αγάπη μου, που θα λείπουν τα παιδιά στην Κινέττα με τον παππού».
Αρχίζει λίγο λίγο το φως να σκίζει αυτό το κρύο σκοτάδι του φθινοπώρου, που σε ξαφνιάζει γιατί είναι τόσο κοντά στους τελευταίους καύσωνες.
Θυμάμαι ένα σώμα που λάτρεψα. Το συνταιριάζω με αρώματα και αίσθηση της αφής. Οι άντρες λένε, σκέφτονται το σεξ σχεδόν κάθε πέντε λεπτά. Οι γυναίκες πάλι όχι τόσο συχνά.
Το τρένο φτάνει και γω επιβιβάζομαι. Δεν είναι γεμάτο. Σχεδόν ποτέ δεν το βρίσκω γεμάτο.
Γυρνάω το κεφάλι μου δεξιά και αριστερά. Ψάχνω μάλλον για κάτι ενδιαφέρον. Βλέπω έναν άνδρα γύρω στα πενήντα, μπορεί να ναι πιο νέος αλλά το πρόσωπο του είναι τσακισμένο. Κοιμάται σχεδόν όρθιος. Φοράει ρούχα ευτελή. Κρυώνει. Σκύβω το κεφάλι. Δυο παλιά αθλητικά παπούτσια. Το ένα έχει ξηλωθεί στο πλάι στη σόλα. Χάσκει ανοιχτό και από μέσα βλέπω ένα πόδι τυλιγμένο σε πανί. Φορέματος πανί. Ένα φόρεμα που σκίστηκε για να ζεστάνει ένα πόδι. Άχρηστο πια φόρεμα. Σαν τι να το κάνει πια. Να το φορούσε άραγε η γυναίκα του κάποια γιορτή; Η μάνα του να το’χε αγοράσει; Είναι και καλά τώρα; Ζει;
Φοράει ο άνδρας στα πενήντα μια βέρα. Έχει οικογένεια. Παιδιά. Για κείνα ότι κάνει. Για όποιον και αν το κάνει.
“Next station…”
Σηκώνω το βλέμμα. Γύρω μου άντρες και γυναίκες αγουροξυπνημένοι, νυσταγμένοι, ζωντανοί νεκροί τα πρωινά και το βράδυ Έλληνες πάλι. Χθες όλοι μαζεύτηκαν γύρω από την τηλεόραση και είδαν τον εθνικό μας διασκεδαστή. Σηκώθηκαν από τον καναπέ μόνο δυο φορές για να γεμίσουν τα ποτήρια. Φθηνό κρασί και μπύρες.
Κατεβαίνω από το τρένο. Γύρω μου ακόμα αυτοί οι άνθρωποι σαν γρήγορα μυρμήγκια απλώνονται στην περιοχή. Δεν θα σταματήσουν ούτε τον χειμώνα να μαζεύουν τροφή στη φωλιά τους. Να δουλεύουν και να τρώνε. Χωρίς μετά. Χωρίς γιατί. Περιμένοντας ένα Σαββατόβραδο για πιουν στα γρήγορα, σε συνοικιακό μαγαζί, φθηνό κρασί-ένα ποτήρι- ή μπύρα, να πληρώσουν μετρώντας τα ψηλά τους και να πάνε σπίτι. Με κλειστά φώτα να ανέβουν τις σκάλες για να μην ξοδέψουν.
Στέκομαι στην κορυφή της κυλιόμενης και τους παρατηρώ για άλλη μια μικρή στιγμή. Αυτοί εδώ οι άντρες είναι καλοβαλμένοι, γυμνασμένοι και ενεργοί. Αυτές εδώ οι γυναίκες είναι χυμώδεις, περιποιημένες και έτοιμες. Κοίτα λίγο πιο προσεχτικά. Αυτοί οι άνθρωποι δεν νομίζω να σκέφτονται το σεξ. Ούτε κάθε πέντε λεπτά, ούτε κάθε τριάντα, ούτε κάθε επτακόσια λεπτά. Μάλλον για «μια άλλη φορά» το έχουν αφήσει.
«Την άλλη Κυριακή αγάπη μου, που θα λείπουν τα παιδιά στην Κινέττα με τον παππού».
υ.γ. Ο πίνακας έρχεται σε αυτό το ποστ μετά από προτροπή του uberbastard.
6 σχόλια:
μου άρεσε πολύ αυτό που διάβασα σημερα το πρωί. Πόσες φορές δεν έχουμε αναβάλλει την αγάπη? Για πότε άραγε?
"Θυμάμαι ένα σώμα που λάτρεψα. Το συνταιριάζω με αρώματα και αίσθηση της αφής".
KI EΓΩ
Αλλα ελπιζω και σε καινουρια αρωματα και καινουρια δερματα...
pink fish: Δεν ξερω για ποτε...αληθεια δεν ξερω...
uberbastard:στο ευχομαι και θα τα βρεις...το υποσχομαι.
παρατηρω οτι γραφεις χωρις τονους...
χμ
πως το σημειολογεις οτι δε βαζω τονους?
υ.γ. flattered :-)
uberbastard:Η απουσία τόνων χαρακτηρίζει μορφές δυσλεξίας. Σύμφωνα με την συμπτωματολογία. Εγώ ρωτώ αν και το να βλέπεις ποδόσφαιρο σημαίνει ότι είσαι στρειτ; Στην βυζαντινή μουσική οι ψαλμοί δεν έχουν καθόλου τόνους αλλά αυτό μάλλον έχει να κάνει με τον τρόπο μέτρησης στο τραγούδι. Εγώ επίσης δεν βάζω τόνους και γι αυτό το σχολίασα. Ώστε κολακευμένος… χμ
Δημοσίευση σχολίου